Δημοσιεύτηκε στις November, 25 2024
Η 29η διεθνής διάσκεψη για το κλίμα (COP29) ξεκίνησε με βαριές σκιές από την απουσία ηγετών σημαντικών οικονομιών και την πιθανή εκ νέου αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού, ως αποτέλεσμα της επανεκλογής Τραμπ. Θα περίμενε κανείς πως οι δραματικές πλημμύρες στην Ισπανία μόλις λίγες μέρες πριν, θα ταρακουνούσαν κάθε οικονομικό και κυβερνητικό επιτελείο για κατεπείγουσα κλιματική δράση. Όμως όχι.
Ενώ οι συζητήσεις θα έπρεπε να περιστρέφονται γύρω από μια ισχυρή συμφωνία για την απαραίτητη χρηματοδότηση της απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, η COP29 για πολλές μέρες αργοσύρθηκε σε ανούσιες ομιλίες. Την ίδια στιγμή, στους διαδρόμους εκπρόσωποι των βιομηχανιών ορυκτών καυσίμων, δηλαδή των κύριων υπευθύνων για την κλιματική κρίση, έβρισκαν πεδίο για νέες επιχειρηματικές συμφωνίες.
Χωρίς αμφιβολία, αυτή ήταν η COP των ηχηρών απουσιών, τόσο σε επίπεδο ηγετών, όσο και σε δεσμεύσεις. Ευτυχώς, λίγο πριν τη λήξη, οι ηγέτες των 20 ισχυρότερων οικονομιών που συναντήθηκαν στο Ρίο (G20) διαμήνυσαν στις εθνικές αντιπροσωπείες ότι οι διαπραγματεύσεις πρέπει να θεμελιωθούν επάνω στα αποτελέσματα της COP28, της πρώτης που έκανε σαφή αναφορά στην ανάγκη για απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα, και να έχουν ως αποτέλεσμα έναν νέο οικονομικό στόχο. Η διεθνής κοινότητα μπορεί και πρέπει να αναλάβει τις απαραίτητες γενναίες κλιματικές δεσμεύσεις, ακόμα και αν οι ΗΠΑ υπό την ηγεσία Τραμπ απουσιάσουν από τις επόμενες COP ή επαναλάβουν την αποχώρηση από τη Συμφωνία του Παρισιού.
Η Ελλάδα είχε ισχυρή παρουσία στο Μπακού, με τον Έλληνα πρωθυπουργό επικεφαλής πολυμελούς αντιπροσωπείας, ενώ στο ελληνικό περίπτερο οργάνωσε και ενδιαφέρουσες συζητήσεις. Επί της ουσίας όμως, μείναμε και πάλι στις εντυπώσεις. Ο πρωθυπουργός μίλησε γενικόλογα δίχως δεσμεύσεις, κάνοντας όμως μια δήλωση που είναι ενδεικτική της πορείας της ανθρωπότητας προς ένα κλιματικά δραματικό μέλλον, παραμένοντας προσκολλημένη στο παρελθόν. Όπως είπε, η πορεία μετάβασης έχει γρήγορους ρυθμούς και οδηγεί σε μείωση της ανταγωνιστικότητας, υιοθετώντας έτσι έναν μύθο που ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, αλλά και πολλών άλλων οικονομιών, είναι οικονομικά και κοινωνικά επικίνδυνος.
Η πραγματικότητα είναι πως η πορεία όχι απλώς δεν εξελίσσεται με τους γρήγορους ρυθμούς που τα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν ως απαραίτητους, αλλά ότι οι πολιτικοί ηγέτες επί δεκαετίες κλείνουν τα μάτια στην πραγματικότητα, χάνοντας πολύτιμο χρόνο. Όταν ο χρόνος πιέζει και οι κλιματικές καταστροφές τείνουν να γίνουν η νέα χαοτική και οικονομικά δυσβάσταχτη κανονικότητα, τόσο θα εκτοξεύεται το κόστος και βεβαίως η δυσαρέσκεια.
Άλλες περιοχές του πλανήτη έχουν εδώ και δεκαετίες θεσπίσει πολιτικές που βλέπουν καθαρά προς το μέλλον και έχουν προχωρήσει με την ανάπτυξη των καθαρών πηγών ενέργειας ήδη από τη δεκαετία του ’80, με σωστό σχεδιασμό, σοβαρό περιβαλλοντικό έλεγχο και κυρίως με ουσιαστική κοινωνική συμμετοχή. Η Ελλάδα δεν έχει καμία δικαιολογία για προσκόλληση στο απολιθωμένο παρελθόν του λιγνίτη ή της εξόρυξης υδρογονανθράκων και της βαθιάς εξάρτησης από το ορυκτό αέριο. Όπως στην ηλεκτροκίνηση, έτσι και στην αιολική ενέργεια, η Ελλάδα έγραψε νωρίς ιστορία, κατασκευάζοντας το πρώτο αιολικό πάρκο της Ευρώπης και παράγοντας ένα από τα πρώτα εμπορικά ηλεκτρικά αυτοκίνητα στην ιστορία. Παράλληλα, όπως η Κομισιόν επισημαίνει στις εξαμηνιαίες εκθέσεις της για την ελληνική οικονομία, η χώρα κατατάσσεται στην πρώτη δεκάδα παγκοσμίως σε έγκριτες επιστημονικές δημοσιεύσεις για καινοτόμες τεχνολογίες στον τομέα των ΑΠΕ. Πρόκληση για την Ελλάδα πρέπει να είναι η διασύνδεση με την πραγματική οικονομία του κορυφαίου ερευνητικού δυναμικού της χώρας και οι θετικές ενέργειες για σωστά χωροθετημένη και κοινωνικά επωφελή χωροθέτηση των ΑΠΕ.
Στον αγώνα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, η Ελλάδα έχει τις δυνατότητες και πρέπει να διεκδικήσει θέση πρωταθλήτριας.
Της Θεοδότας Νάντσου, επικεφαλής πολιτικής, WWF Ελλάς.
Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε αρχικά στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (φύλλο 24/11/2024), αλλά και στο Kathimerini.gr.