© Andrea Bonetti / WWF Ελλάς
ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΙ ΔΙΑΔΡΟΜΟΙ

Οι οικολογικοί διάδρομοι είναι περιοχές που συνδέουν απομονωμένα τμήματα φυσικών οικοτόπων, διευκολύνοντας την κίνηση των άγριων ζώων εντός περιοχών που έχουν κατακερματιστεί, εξαιτίας έντονων ανθρώπινων δραστηριοτήτων (π.χ. αστική ανάπτυξη, εντατική γεωργία). Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητοι για την ασφάλεια, τη διέλευση των άγριων ζώων και άλλων φυσικών διεργασιών τους (π.χ. μετανάστευση, διασπορά), οι οποίες είναι ζωτικής σημασίας για τη βιωσιμότητα τόσο των ίδιων των ειδών, όσο και για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και την προστασία των φυσικών οικοσυστημάτων.   

Οι οικολογικοί διάδρομοι μπορεί να είναι ποτάμια, ρέματα, δασικές ζώνες, παραλίες, θαλάσσιες οδοί, αλλά και ευρύτερες φυσικές περιοχές που παρέχουν τους κατάλληλους βιότοπους για τα είδη ή σχηματίζουν φυσικές διαδρομές ανάμεσά τους.   

Αναγνωρίζοντας την έλλειψη σχετικής επιστημονικής τεκμηρίωσης και χαρτογραφικών δεδομένων στην Ελλάδα που να αποδεικνύουν την αξία της σύνδεσης οικολογικά σημαντικών περιοχών και ειδών, το WWF Eλλάς, σε συνεργασία με το Τμήμα Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου και το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών (ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ), εκπόνησε πριν από περίπου έναν χρόνο μελέτη με τίτλο «Αναγνώριση, χαρτογράφηση και πρόταση πολιτικής για τους οικολογικούς διαδρόμους στην Ελλάδα».   

Αξιοποιώντας σύγχρονες τεχνολογίες (συστήματα γεωγραφικών πληροφοριών GIS), χαρτογραφήθηκε η δυνητική συνδεσιμότητα ολόκληρου του δικτύου προστατευόμενων περιοχών Natura 2000 στην ηπειρωτική χώρα και πραγματοποιήθηκε πιλοτική χαρτογράφηση οικολογικών διαδρόμων για τρία εμβληματικά είδη μεγάλων θηλαστικών που συναντώνται στη χώρα μας (καφέ αρκούδα, κόκκινο ελάφι, αγριόγιδο). Παράλληλα, για τις ανάγκες της μελέτης, εξετάστηκαν διεθνείς, ευρωπαϊκές και εθνικού επιπέδου πολιτικές που σχετίζονται με τους οικολογικούς διαδρόμους, και προτάθηκαν βελτιώσεις στο σχετικό εθνικό νομικό πλαίσιο, με απώτερο σκοπό να εξασφαλιστεί η ασφαλής και ανεμπόδιστη μετακίνηση των άγριων ειδών, να μειωθούν οι κίνδυνοι εξαφάνισής τους και να διατηρηθεί η αναγκαία γενετική ποικιλότητα. 

Μέσω της μελέτης επιβεβαιώνεται η ανάγκη λήψης των κατάλληλων μέτρων για τη θεσμοθέτηση των οικολογικών διαδρόμωνμε στόχο την προστασία της άγριας ζωής.  Διαπιστώνεται ότι, παρά την ολοένα αυξανόμενη σημασία που αποδίδεται σε ζητήματα οικολογικής συνδεσιμότητας σε διεθνή κείμενα όπως η Σύμβαση για τη Βιοποικιλότητα του ΟΗΕ και η Στρατηγική για τη Βιοποικιλότητα της ΕΕ έως το 2030, στη χώρα μας το αντίστοιχο νομικό πλαίσιο χαρακτηρίζεται από ελλείψεις και ασάφεια. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι υφιστάμενες αδυναμίες, προτείνεται αποσαφήνιση και εξειδίκευση των προβλέψεων της νομοθεσίας, τόσο σε ό,τι αφορά στις γενικές προβλέψεις περί καθορισμού οικολογικών διαδρόμων, όσο και στη δημιουργία ή και εφαρμογή συγκεκριμένων εργαλείων. 

Τα βασικά συμπεράσματα:   

Αυτοκινητόδρομοι και οικιστικές ζώνες αποτελούν τους κύριους παράγοντες κατακερματισμού των οικοτόπων,εμποδίζοντας τη μετακίνηση της άγριας ζωής.   

Χρειάζονται στοχευμένες παρεμβάσεις, όπως η κατασκευή υπερυψωμένων και υπογείων διαβάσεων για την πανίδα, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος θανάτων και ατυχημάτων σε δρόμους.   

Με πρότυπο τη μελέτη αυτή, και με στόχο την πρακτική εφαρμογή κάποιων εκ των προτεινόμενων μέτρων, στη δεύτερη φάση του προγράμματος, το WWF Ελλάς εξελίσσει τη συνεργασία του με το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών (ΙΔΕ) του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού «ΔΗΜΗΤΡΑ» και μαζί ενώνουν τις δυνάμεις τους με την Περιβαλλοντική Οργάνωση για την Άγρια Ζωή και τη Φύση «Καλλιστώ», εστιάζοντας στο κόκκινο ελάφι (Cervuselaphus) και στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής- Βοιωτίας. Στην Πάρνηθα, αυτή τη στιγμή, ζει απομονωμένος ο μεγαλύτερος πληθυσμός κόκκινου ελαφιού στην Ελλάδα. Το γεγονός αυτό καθιστά το είδος αυτό ιδιαίτερα ευάλωτο, αυξάνοντας σημαντικά τις πιθανότητες θνησιμότητας του. Και μολονότι παροδικά ο πληθυσμός σημείωσε αύξηση μετά την πυρκαγιά του 2007, με τα αλλεπάλληλα περιστατικά πυρκαγιών, πλέον παρουσιάζει ραγδαία μείωση.   

Με το έργο «Βελτίωση της βιωσιμότητας του πληθυσμού του κόκκινου ελαφιού στην Αττική-Βοιωτία», που ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2025 και θα διαρκέσει δύο χρόνια, βασική επιδίωξη είναι η κατανόηση και η ανάπτυξη δράσεων για τη μείωση των απειλών που δέχεται το κόκκινο ελάφι, με σκοπό τη διευκόλυνση της φυσικής εξάπλωσης του είδους από την Πάρνηθα προς τα γειτονικά όρη Πάστρα, Πατέρα και Κιθαιρώνα. Στο πλαίσιο αυτό, θα γίνει μια αναλυτική χαρτογράφηση των εμποδίων μετακίνησης του είδους εντός των οικολογικών διαδρόμων, θα καταγραφούν οι ανθρωπογενείς πιέσεις στην περιοχή και θα προταθούν συγκεκριμένα μέτρα και καλές πρακτικές για την προστασία του είδους.  Ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί και στην ευαισθητοποίηση της τοπικής κοινωνίας, τη μείωση των πιθανών τριβών με την αγροτική παραγωγή (π.χ. με την πιλοτική χορήγηση ειδικών περιφράξεων προστασίας αμπελώνων) και την ενδυνάμωση της συνεργασίας με τις αρμόδιες αρχές. 

Συμπερασματικά, μέσα από ήπιες, αλλά στοχευμένες, πιλοτικές παρεμβάσεις επιχειρούμε με όχημα τους οικολογικούς διαδρόμους,  να ενισχύσουμε τη βιωσιμότητα ενός σημαντικού είδους, κάνοντας ένα κρίσιμο βήμα προς την ανάπτυξη μίας εθνικής στρατηγικής για την διασύνδεση των προστατευόμενων περιοχών της χώρας μας.  


© Νατάσα Μαστοράκου / WWF Ελλάς

μετρα εκτροπης ελαφιων απο περιοχες υψηλου κινδυνου

Η τοποθέτηση τεχνητών ποτιστρών και η ενίσχυση της φυσικής βλάστησης μέσω σπορών κατάλληλων φυτικών ειδών, σε επιλεγμένα σημεία, αποτελούν σημαντικές δράσεις για την ενίσχυση της βιωσιμότητας των ελαφιών. 

Εξασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα νερού και τροφής κατά τις ξηρές περιόδους και στοχεύουν στην προσέλκυση των ελαφιών μακριά από περιοχές με υψηλό κίνδυνο σύγκρουσης με ανθρώπινες δραστηριότητες. 

© WWF

Καταγραφη εμποδιων και παρακολουθηση της διασπορας των ελαφιων

Η χρήση καμερών αποτελεί βασικό εργαλείο παρακολούθησης της άγριας πανίδας. 

Μέσω της συστηματικής καταγραφής της παρουσίας και της συμπεριφοράς των ελαφιών, οι κάμερες παρέχουν πολύτιμα δεδομένα για την αξιολόγηση των εμποδίων, την παρακολούθηση της διασποράς του πληθυσμού, της αναπαραγωγικής δραστηριότητας και της αποτελεσματικότητας των μέτρων ενίσχυσης του πληθυσμού. 

© WWF

Ευαισθητοποιηση και οικοδομηση συνεργασιας με τοπικους φορεις και πληθυσμο

Κατανόηση τοπικών στάσεων προς το ελάφι, ευαισθητοποίηση τοπικών κοινοτήτων για τις ανάγκες του είδους και της σημασίας της ασφαλούς διασποράς του σε νέες περιοχές, ενδυνάμωση συνεργασιών αρμόδιων αρχών, και συν-σχεδιασμός προτάσεων για την εξασφάλιση του αγροτικού εισοδήματος, αλλά και τη βιωσιμότητα του είδους.