© Unsplash
 ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΡΑΝΟΜΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΑΓΡΙΩΝ ΕΙΔΩΝ

To WWF Ελλάς, σε συνεργασία με τον δημοσιογράφο Θοδωρή Χονδρόγιαννο, διεξήγαγε την πρώτη εκτενή δημοσιογραφική έρευνα, διάρκειας ενός έτους, γύρω από το παράνομο και ανεξέλεγκτο εμπόριο άγριων ειδών ζώων στην Ελλάδα.  

Το παράνομο εμπόριο άγριας ζωής αποτελεί μια από τις πιο επικερδείς δραστηριότητες οργανωμένου εγκλήματος σε παγκόσμιο επίπεδο. Σύμφωνα μάλιστα με την Interpol κατατάσσεται στην 4η θέση πίσω από το εμπόριο όπλων και ναρκωτικών, και την εμπορία ανθρώπων, με τζίρο που ξεπερνά τα 18 δισ. ευρώ ετησίως.  

Διαβασε την ερευνα Διαβασε τη συνοψη

Μέσα από επιτόπιες αυτοψίες σε φυσικές αγορές (π.χ. αγορά Σχιστού), έρευνα στο διαδίκτυο, ανάλυση δεδομένων, καθώς και συνεντεύξεις με περιβαλλοντικές οργανώσεις και αρμόδιους φορείς, η έρευνα του WWF Ελλάς:  

  • τεκμηριώνει καταρχάς τηνύπαρξη παράνομου εμπορίου άγριας ζωής στη χώρα μας και εξηγεί πώς μία σειρά από άγρια είδη χλωρίδας και πανίδας γίνονται αντικείμενο παγίδευσης, εκτροφής και εμπορίας 
  • αναδεικνύει τις πολύπλευρες και πολύ σοβαρές συνέπειες της δραστηριότητας για τα είδη και τα οικοσυστήματα της χώρας μας  

Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας η εμπορία άγριων ειδών στη χώρα μας αφορά σε μεγάλο βαθμό προστατευόμενα πτηνά, όπως είναι οι καρδερίνες, οι φλώροι και τα λούγαρα.  

Τα πτηνά, παρόλα αυτά, δεν είναι τα μόνα θύματα του παράνομου εμπορίου άγριας ζωής στη χώρα μας. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η έρευνα εντόπισε τόσο έρπετα (κυρίως χελώνες, αλλά και φίδια), όσο και ασπόνδυλα (κυρίως πεταλούδες, αλλά και σκορπιούς και μυρμήγκια) σε ελληνικές και ευρωπαϊκές διαδικτυακές αγορές. Τα φυτά είναι επίσης στόχος, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την άγρια ορχιδέα.  


ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΝΟΜΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

Η μη αποτελεσματική αντιμετώπιση του εμπορίου άγριων ζώων έχει ως συνέπεια την υποβάθμιση της βιοποικιλότητας παγκοσμίως.  

Σύμφωνα με το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τον Έλεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος (UNODC), το εμπόριο άγριας ζωής «μπορεί να μειώσει πληθυσμούς ειδών και να προκαλέσει τοπική ή ακόμη και παγκόσμια εξαφάνιση», καθώς αυτή η υπερεκμετάλλευση διαταράσσει τους φυσικούς πληθυσμούς των ειδών.  

Στο πλαίσιο της δραστηριότητας, η υποβάθμιση της βιοποικιλότητας σχετίζεται τόσο με την παράνομη αφαίρεση ειδών από τα τοπικά οικοσυστήματα, όσο και με τις συνέπειες της διαφυγής ξενικών ειδών στη φύση, όπως η μετάδοση ασθενειών ή παρασίτων, η αλλοίωση των γενετικών χαρακτηριστικών ενδημικών πληθυσμών ή και η δράση τους ως θηρευτές αυτών των πληθυσμών. 

Με τη σειρά της, η υποβάθμιση της βιοποικιλότητας έχει ευθείες επιπτώσεις και στη ζωή του ανθρώπου, καθώς σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), πάνω από το 75% των παγκόσμιων καλλιεργειών τροφίμων εξαρτώνται από επικονιαστές, ενώ παράλληλα, τα υγιή οικοσυστήματα παρέχουν το 75% των παγκόσμιων αποθεμάτων γλυκού νερού. 


© Unsplash

ΤΑ ΚΥΡΙΑ ΑΙΤΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΕΝΑ

Η εξάπλωση του παράνομου εμπορίου άγριας ζωής στην Ελλάδα είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων. Ως βασικότεροι αναδεικνύονται η υποστελέχωση των δασικών υπηρεσιών, η ελλιπής συλλογή και ανάλυση δεδομένων από τις κρατικές Αρχές, και η ανεπαρκής εκπαίδευση του προσωπικού των υπηρεσιών. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι οι περισσότεροι δασονόμοι και δασοφύλακες είναι επιβαρυμένοι με διοικητικά καθήκοντα, τα οποία δεν αφήνουν χρόνο για τη διενέργεια ελέγχων στο πεδίο. 

Επιπρόσθετα, υπάρχουν καθυστερήσεις και παραλείψεις στην έγκαιρη υιοθέτηση μέτρων εκ μέρους των Αρχών και απουσία ενημέρωσης των καταναλωτ(ρι)ών.  

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ Ο ΚΟΜΒΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ

Η αναγνώριση των διαχρονικών αστοχιών και ελλείψεων στην αντιμετώπιση του εμπορίου άγριας ζωής, είναι το πρώτο βήμα στη διαμόρφωση προτάσεων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του φαινομένου. Ως ιδιαίτερα σημαντικές προκρίνονται: 

  • η εντατικοποίηση των ελέγχων 
  • η ενίσχυση του προσωπικού των Δασαρχείων 
  • η τόνωση της διαφάνειας των καταστημάτων πώλησης ζώων 
  • η καλύτερη ενημέρωση από τις κρατικές Αρχές σε πολίτες, ΜΜΕ, Κοινωνία των Πολιτών 

Οι ενημερωμένες επιλογές των καταναλωτ(ρι)ών είναι μάλιστα ένας πολύ σημαντικός παράγοντας που μπορεί να μειώσει άμεσα το φαινόμενο και να συμπαρασύρει την πολιτική βούληση, συμβάλλοντας στην προστασία της φυσικής μας κληρονομιάς.